- μεταλλοχημεία
- η химия металлов
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μεταλλοχημεία — η χημ. κλάδος τής χημείας που αναφέρεται στη μελέτη τών μετάλλων … Dictionary of Greek
μεταλλοχημεία — η ο κλάδος της χημείας που εξετάζει τα μέταλλα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μέταλλο — Όρος ενδεικτικός για ορισμένα στοιχεία που παρουσιάζουν ιδιαίτερα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά. Τα μέταλλα στη συνηθισμένη θερμοκρασία είναι στερεά, με μόνη εξαίρεση τον υδράργυρο, που είναι υγρό. Το χρώμα τους, όταν βρίσκονται σε συμπαγή… … Dictionary of Greek
μεταλλοχημικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεταλλοχημεία … Dictionary of Greek
μεταλλοχημικός — ή, ό ο σχετικός με τη μεταλλοχημεία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)